Ο Λαουτάρο Φορμίκα μιλάει για το σοβαρό ατύχημα που είχε με το κάταγμα στον σπόνδυλο και τα λεγόμενα του σοκάρουν.
Ο Φορμίκα σε δηλώσεις του στην αργεντίνικη ιστοσελίδα, ”La Capital” μιλάει για τα όσα πέρασε από τον περασμένο Απρίλιο και τονίζει πως ήθελε να πεθάνει.
Αναλυτικά οι δηλώσεις του στην αργεντίνικη ιστοσελίδα La Capital:
Τι έκανες όταν χτύπησες στον βράχο;
‘Τίποτα γιατί επέπλεα στο νερό, χωρίς να μπορώ να κουνήσω τα χέρια και τα πόδια μου. Ειλικρινά, μέχρι σήμερα δεν μπορώ να καταλάβω πως βγήκα στην ακτή’.
Φοβήθηκες;
‘Ναι, πολύ. Είναι άλλο πράγμα να είναι ήσυχος και άλλο να φοβάσαι, γιατί αντιλαμβανόμουν ό,τι συνέβαινε γύρω μου’.
Τι σκεφτόσουν εκείνες τις ατέλειωτες στιγμές;
‘Επρεπε να είμαι ήσυχος, γιατί αν έκανα κινήσεις η κατάσταση θα μπορούσε να είναι χειρότερη. Έλεγα συνεχώς, ηρεμία, όλα θα πάνε καλά. Δεν ξέρω πως μου ήρθε και το έλεγα αυτό, αλλά αυτό μου έβγαινε εκείνη τη στιγμή. Αλλά η αλήθεια είναι, πως ακόμη και σήμερα δεν ξέρω πως γύρισα μπρούμυτα και επέστρεψα πίσω στην ακτή’.
Πιστεύεις στον Θεό;
‘Ναι. Και έχοντας ζήσει αυτό, δεν έχω αμφιβολία ότι ο Θεός με βοήθησε να γυρίσω. Ο Θεός με έσωσε, έτσι είναι. Γιατί από τη στιγμή που γύρισα, μπορούσα να αναπνεύσω και ξεκίνησα να κολυμπάω για να βγω στην ακτή, παρόλο που πονούσα πολύ και προσπαθούσα να κουνήσω τα χέρια μου’.
Και τι έλεγαν οι συμπαίκτες σου;
‘Στην αρχή δεν με πίστεψαν. Εκείνη τη μέρα ήταν ο Μπαρτολίνι, ο Κάφα, ο Ντε Μπλάσις, ο Σέτι, ο Έγκον και ο Ουρτάδο. Στην αρχή κανονίζαμε να δούμε το παιχνίδι της Μπαρτσελόνα με την Μπάγερν Μονάχου για τα ημιτελικά του Champions League. Αλλά όταν συνειδητοποίησαν ότι δεν έκανα πλάκα, ανησύχησαν και άρχισαν να ενεργούν’.
Και η σύζυγός σου τι έλεγε;
‘Είχε επιστρέψει στην Αργεντινή τρεις μέρες πριν. Ηθελα να πεθάνω’.
Και πήγες άμεσα στο νοσοκομείο;
‘Όχι, αυτό ήταν άλλο θέμα. Δεν ξέραμε που είναι, επειδή ήμασταν σε μια μικρή πόλη. Ευτυχώς, όταν κατεβαίναμε το βουνό, βρήκαμε κάποιον και ο Ουρτάδο που μιλά καλά ελληνικά, τον ρώτησε που είναι το νοσοκομείο. Και αυτός μας έδειξε με τα χέρια του να τον ακολουθήσουμε και μας πήγε ως την πόρτα. Εκεί με έβαλαν σε αναπηρικό καροτσάκι’.
Οι γιατροί τι είπαν;
‘Με μάλωσαν, γιατί δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί έπεσα στη θάλασσα τόσο αργά το απόγευμα. Μετά με έστειλαν σε άλλο νοσοκομείο, που ήταν πιο εξοπλισμένο. Όταν μπαίναμε στο ασθενοφόρο, ο Ουρτάδο ρώτησε τους οδηγούς πόσο καιρό θα μείνω έτσι. Και είπαν, τουλάχιστον έξι μήνες. Τότε ήξερα. Άρχισα να θρηνώ, γιατί ήμουν πολύ στενοχωρημένος. Ο κόσμος μου ήρθε άνω κάτω’.
Νόμιζες πως δεν θα ξαναπαίξεις ποδόσφαιρο;
‘Ναι, ήθελα να πεθάνω. Ειδικά όταν μου είπαν πως είχα κάταγμα στον σπόνδυλο. Ήμουν και τυχερός που μπορούσα να κουνηθώ. Και φυσικά που ήμουν ζωντανός. Αλλά πέρασα μια άσχημη περίοδο’.
Η οικογένειά σου ήξερε τι συνέβη;
‘Όχι ακριβώς. Δεν είχα τη δύναμη να μιλήσω. Το μόνο που έκανα ήταν να τηλεφωνήσω στη γυναίκα μου, αλλά δεν έβγαιναν οι λέξεις. Όμως της εξήγησα τα πάντα. Την άλλη μέρα πήρε το αεροπλάνο για την Ελλάδα μαζί με τη μητέρα μου’.
Όλο αυτό το διάστημα επέστρεψες στην Ελλάδα;
‘Ναι, μετά την επέμβαση, που έγινε εδώ τον Μάιο. Ήταν δύσκολο, αλλά επέστρεψα τον Σεπτέμβριο’.
Ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι;
‘Να γυρίσω στη θάλασσα. Έβλεπα εφιάλτες κάθε βράδυ. Γυρνούσα στη γυναίκα μου τη Λουσία, την αγκάλιαζα και μιλούσαμε. Αλλά έτσι είπα πως δεν θα ζήσω καλά. Έτσι μια μέρα πήγα στην παραλία και αποφάσισα να ξαναδώ τη θάλασσα. Ένιωσα την ανάγκη να αντιμετωπίσω τον φόβο που είχα. Ευτυχώς το ξεπέρασα’.
Πως συνεχίστηκε η ιστορία μετά την επέμβαση;
‘Με αποθεραπεία. Πάω στην πισίνα να δουλεύω με τον φυσιοθεραπευτή, Ρενέ Γκιρότι. Και φυσικά δυναμώνω και ανυπομονώ να παίξω ποδόσφαιρο’.
Τι θα κάνεις από εδώ και πέρα;
‘Θα γυρίσω στην Ελλάδα και ελπίζω να παίξω σύντομα. Δεν φοβάμαι τίποτα. Θέλω να φτάσω και να βρω τη φόρμα μου, γιατί η ζωή μου είναι το ποδόσφαιρο. Ο Θεός ήθελε να συνεχίσω και θα το κάνω με μεγαλύτερη δύναμη από ότι στο παρελθόν’.