Skip to main content

Πάνε δέκα και πλέον χρόνια, που ήταν μία μικρή μπλοκόσφαιρα στο Ελληνικό διαδίκτυο. Ήταν η εποχή που ελάχιστοι χρήστες δοκίμαζαν δεξιότητες και αρθρογραφία ή έστω τρόπο να επικοινωνήσουν και να ανταλλάξουν απόψεις μέσω των blogs: μία καινοτομική πλατφόρμα που αφέθηκε ανοιχτή στο κοινό για να λειτουργήσει ως ένα όμορφο κι εθιστικό πείραμα. 

‘Ετσι διαδικτυακές περσόνες άφησαν συγγραφικά ταλέντα να ξεδιπλωθούν, απόψεις που τα κοινωνικά ή τα επαγγελματικά στερεότυπα καταπίεζαν να εκφραστούν, διαδραστικές επικοινωνίες να καλύψουν τα κενά της καθημερινότητας και στο τέλος βγήκε κάτι αληθινά καλό όχι μόνο για τους ίδιους αλλά και για όσους τους διάβαζαν. Κι ήταν χιλιάδες.

Λίγοι θυμούνται πια ότι έτσι αναδείχτηκε ο γνωστός “πιτσιρίκος”, η “ψιλικατζού”, ο “ναυτίλος”, ο “χοιροβοσκός”, ο “Αθήναιος”, ο “oistros”, o “oldboy” κι ο “μαύρος γάτος”. Πίσω τους κρύφτηκαν για χρόνια ένας γιατρός που έγραφε στα διαλείμματα μίας εφημερίας, μία κοπέλα που γέμιζε τον κενό χρόνο σε ένα ψιλικατζίδικο, ένας άνθρωπος των ναυτιλιακών γραφείων, ένας οδοντίατρος, μία δημοσιογράφος που παρίστανε έναν άντρα που όλες ερωτεύονταν και διάφοροι άλλοι απρόβλεπτοι άνθρωποι, που δεν είχαν καν φανταστεί ότι θα τους σαγηνεύσει τόσο το διαδίκτυο.

Χρόνια μετά μία εξ’ αυτών, η “Ψιλικατζού” μίλησε για το όλο εγχείρημα και την εμπειρία της στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο εύστοχος τίτλος της διάλεξης που παρουσιάστηκε χθες ήταν “Η ενημέρωση στη μπλογκόσφαιρα: Επανάσταση ή συνέχεια με άλλα μέσα;” 

Και η Ψιλικατζού είπε όσα δεν υποψιάστηκαν καν οι πολλοί για την σύγχρονη ελληνική επανάσταση, που έφεραν στην ιστορία του διαδικτύου τα -ξεπερασμένα ίσως πλέον- blogs.


Ξεκινώ με λίγα λόγια για μένα, διότι δεν είστε υποχρεωμένοι να γνωρίζετε τη σχέση μου με τα μπλογκς αλλά και για να γίνουν σαφέστερα τα εφαλτήρια των θέσεών μου.

Η δική μου ιστορία με το blogging ξεκινά τον Μάϊο του 2005 σε ένα ψιλικατζίδικο στη Νίκαια που έπρεπε να εργάζομαι για περίπου 15 ώρες την ημέρα χωρίς ρεπό. Το να βάλω έναν υπολογιστή και να παίζω παιχνίδια για να περάσει η ώρα ήταν το πιο λογικό. Η σύνδεση στο ίντερνετ ήρθε όταν αποφάσισα ότι η πασιέντζα δεν ήταν και τόσο περιπετειώδες παιχνίδι. Βέβαια, ανακάλυψα ακόμη πιο ενδιαφέροντα παιχνίδια. Ανακάλυψα δωρεάν βιβλία, sites, επισκέφθηκα forum, έγραψα, γνώρισα κόσμο, βρίστηκα.

Μέχρι που μία ημέρα είδα ένα link και πατώντας το, έμαθα για τα blogs. Σε μία ημέρα ακριβώς, είχα ανοίξει το δικό μου και πάνω στη φούρια, του έδωσα το προφανές όνομα “Ψιλικατζού” που τελικά αποδείχθηκε σωτήριο. Με τέτοιο ψευδώνυμο κανείς δεν σε παίρνει στα σοβαρά και έχεις το ακαταλόγιστο ό,τι κι αν γράψεις. Συνήθως έγραφα ιστορίες από το ψιλικατζίδικο. Τα κείμενα περιείχαν αστεία κυρίως περιστατικά από το μαγαζί, με τα πιτσιρίκια, το τεφτέρι μου και φυσικά οτιδήποτε είχε να κάνει με τον ρατσισμό, που ενώ με θύμωνε δεν μπορούσα να τον σχολιάσω μπροστά στους πελάτες εάν ήθελα να συνεχίσω να τους έχω πελάτες. Κρυβόμουν λοιπόν πίσω από την οθόνη μου και ξέσπαγα εκεί. Η κλασική μπλόγκερ.

Την επιτυχία του blog κυρίως την αποδίδω στο γεγονός ότι ήμασταν τότε το πολύ 50 Έλληνες μπλόγκερς. Ήθελες δεν ήθελες θα έπεφτες και πάνω μου. Στην πορεία βέβαια, το γοητευτικό αυτό φαινόμενο γιγάντωσε και η μικρή γειτονιά έγινε πόλη. Έπειτα ήρθε μία πρόταση από μία διαφημιστική εταιρεία να εργαστώ ως κειμενογράφος, ήρθε ένας αγοραστής για το ψιλικατζίδικο, ένας εκδοτικός οίκος για να εκδόσει τα κείμενά μου και μπόλικος πονοκέφαλος.

… Όπως θα παρατηρήσατε, το μπλόγκινγκ για μένα ήταν το μέσον για να ανακαλύψω δεξιότητές μου, όπως το γράψιμο, που δεν θα τολμούσα ούτε καν να ονειρευτώ παλιότερα. Έφερε όμως και άλλες αλλαγές στον περίγυρό μου, που ίσως να μην εντυπωσιάσουν τους περισσότερους όμως αισιοδοξώ πως μακροπρόθεσμα, θα είναι παραπάνω από εμφανής ο αντίκτυπος αυτού του νέου μέσου. Ειδικά στα χαμηλά στρώματα από τα οποία κατάγομαι. Όπως καταλάβατε, προτού περάσω στο σημερινό θέμα, προτού μιλήσω για την μπλογκόσφαιρα και την ενημέρωση που παρέχει, θεωρώ πως είναι καλό να πω δυό λόγια για το ποιά είναι η μπλογκόσφαιρα, – ή τουλάχιστον ένα μέρος της – ποιοι είναι οι άνθρωποι που την απαρτίζουν και τί μπορείτε να περιμένετε από εμάς. Να κάνω γνωστά όσα άλλαξαν στην καθημερινότητά μου καθώς και στις ζωές των γύρω μου καθώς δεν είμαι εδώ για μια υψηλή ανάλυση του φαινομένου αλλά να μιλήσω για τα δικά μου αυτονόητα.

Πλέον διαβάζουμε

Μπορεί να σας ακουστεί παράξενο αλλά σε γενικές γραμμές το καθημερινό διάβασμα δεν ήταν στο πρόγραμμα μιας κομμώτριας, ενός ταξιτζή ή μιας ψιλικατζούς, ας πούμε. Εκτός βέβαια από την λαθρανάγνωση περιοδικών αστρολογίας. Και από βιβλία, ξέρετε όλοι πολύ καλά ότι ελάχιστοι διαβάζουμε βιβλία στην Ελλάδα. Τώρα όμως, μια ψιλικατζού ως μπλόγκερ ή ως μέλος ενός φόρουμ για παράδειγμα, θα επισκεφθεί τα προτεινόμενα link, θα προσπαθήσει να διαβάσει αγγλικά, θα δει βίντεο, θα ρίξει μια ματιά στο βιβλίο που άρεσε σε κάποιον, θα ενημερωθεί για το αν η νέα γρίπη σκοτώνει το ίδιο με την παλιά, θα διαβάσει για τα γεγονότα της Κερατέας ή στο πιο παγκοσμιοποιημένο, της Αιγύπτου και της Λιβύης. Έρευνες αποδεικνύουν ότι πλέον μέσω ίντερνετ διαβάζουμε ύλη περίπου 174 εφημερίδων.

Πλέον γράφουμε

Σκεφτείτε το, ο καθημερινός απλός άνθρωπος το μόνο που έγραφε ήταν λίστες για ψώνια, συμπλήρωνε σταυρόλεξα ή κάποιο δημόσιο έντυπο και αυτό με δυσκολία. Τώρα, κάθε μέρα, η ψιλικατζού που λέγαμε, αργά ή γρήγορα θα ρωτήσει, θα γράψει δυό κουβέντες παραπάνω για αυτά που ζει, και εάν είναι και λίγο τσαούσα, θα μπει στον πειρασμό να απαντήσει σε αυτά που διαβάζει. Θα ρίξει μια ματιά στην ορθογραφία και το συντακτικό της, κι αν ντρέπεται πολύ, θα τα γράψει σε greeklish που είναι καλοδεχούμενα τουλάχιστον από τον δικό της περίγυρο, προκειμένου να εκφραστεί. Στην πορεία, όσο διαβάζει και γράφει, η ορθογραφία της θα βελτιωθεί, το ίδιο και το συντακτικό της, πόσω μάλλον το λεξιλόγιο ή ακόμη και τα αγγλικά της.

Πλέον σχολιάζουμε

Παλιότερα όταν έβλεπα ειδήσεις στην τηλεόραση ένιωθα πως με είχαν κλείσει σε ένα κελί με γυάλινα παράθυρα. Όσο κι αν φώναζα κανείς δεν θα άκουγε μέσα από το γυαλί, παρά συνέχιζε απτόητος τον παράλογο μονόλογό του, απολαμβάνοντας μάλιστα κύρος και περίοπτη θέση στη δημόσια ζωή. Και παρόλο που με παρότρυναν να την κλείνω, εγώ δεν το ήθελα αυτό. Ήθελα να ενημερώνομαι, να τους ακούω όλους αλλά να μπορώ να απαντώ. Ε, αυτό πλέον το κάνω. Και μάλιστα δημόσια. Όπως έχει πει και ένας μπλόγκερ: “Είχαμε χάσει το παγκάκι στην πλατεία και τώρα το ξαναβρήκαμε”. Έτσι ακριβώς είναι. Χαρίζαμε κύρος δια της αναγκαστικής θέασης και της παθητικής κατανάλωσης και καταπίναμε διαρκώς και περισσότερα, χωρίς καμία απολύτως δυνατότητα σχολιασμού. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάρτιν Χίλμπερτ, ο μέσος άνθρωπος σήμερα παράγει στοιχεία ισοδύναμα έξι εφημερίδων.

Πλέον κάνουμε διάλογο

Είναι δύσκολο τουλάχιστον για εμένα να μην διακόψω έστω και μία φορά τον συνομιλητή μου, να μην φωνάξω, να μην φορτώσω τα λόγια μου με γκριμάτσες ή χειρονομίες για τους δώσω περισσότερη βαρύτητα. Αυτά τα χάσαμε με τον γραπτό λόγο. Εδώ δεν έχει φωνές και βαβούρα. Περιμένεις αναγκαστικά τους άλλους να ολοκληρώσουν τις θέσεις τους για να εκθέσεις τις δικές σου, ενώ πρέπει οπωσδήποτε να έχεις επιχειρήματα, παραπομπές και πηγές. Οι αερολογίες και το τεντωμένο δάχτυλο, υπάρχουν όπως παντού, αλλά δεν ενισχύουν την άποψή σου καθώς θα διαπιστώσεις ότι τα άδεια ή τα μεγάλα λόγια ανάμεσα σε τόσες πολλές επιλογές, ισοδυναμούν με το απόλυτο τίποτα. Είναι σαν να μην μίλησες.

Πλέον διασταυρώνουμε

Όλα τα παραπάνω, εξασκούν θέλοντας και μη, την κριτική σκέψη. Σε απλούς καθημερινούς ανθρώπους που η παιδεία και οι γνώσεις είναι περιορισμένες, είναι λογικό πως η οποιαδήποτε είδηση των παραδοσιακών μέσων ήταν μέσα τους συνώνυμη με την Αλήθεια. Ειδικά μία εικόνα. Όχι όμως πια. Τρανταχτό παράδειγμα, η επέμβαση στο βίντεο – ντοκουμέντο της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου από το Mega channel. Η οποία, θα ήταν μέχρι χθες κάτι άγνωστο εάν δεν είχε αναζητηθεί από τους χρήστες η πηγή και το αρχικό βίντεο, ώστε να γίνει η σύγκριση.

Πλέον συνομιλούμε με όλους

Δεν ξέρω πόσο καθημερινό είναι για εσάς να συγχρωτίζεστε με ανθρώπους από όλες τις ηλικίες, τις χώρες, τα επαγγέλματα και τα στρώματα. Για εμένα πάντως, το να συνομιλώ για παράδειγμα με γιατρούς και άλλους επιστήμονες κάτω από το κείμενό μου για την ομοιοπαθητική [1,2,3] ή τα μεταλλαγμένα [1,2,3,4], ήταν ασύλληπτο. Στην πραγματική ζωή, ένας γιατρός θα με εξέταζε, ίσως να απαντούσε σε κάποιο μου ερώτημα κι αυτό όχι με πολλή όρεξη, και στην συνέχεια θα με χρέωνε κιόλας. Στην πραγματική πραγματικότητα οι συναναστροφές μου ήταν λίγο-πολύ περιορισμένες στην κάστα μου. Το μέσο αυτό, λόγω της μεγάλης διείσδυσης, του δημόσιου βήματος και της διάδρασης, τα άλλαξε όλα αυτά. Τώρα, δεν έχει πολλή σημασία από πού είσαι, εάν έχεις καλή δουλειά, πανάκριβο αυτοκίνητο ή τις σωστές διασυνδέσεις για να έχει βάρος η γνώμη σου, όπως συμβαίνει τουλάχιστον στα παραδοσιακά μέσα. Τώρα έχει σημασία κυρίως αυτό που λες.

Πλέον ενδιαφερόμαστε για τα κοινά

Δεν με ενδιέφερε παλιότερα η πολιτική ενώ δεν είχα ποτέ τη δυνατότητα να κοινοποιήσω ότι έπεφτε στην αντίληψή μου, τα θέματα της δικής μου καθημερινότητας, τα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζω. Όλα αυτά άλλαξαν. Ένα κείμενό μου για την κατάσταση που επικρατεί στο σύστημα υιοθεσιών, ευαισθητοποίησε αρκετούς αναγνώστες, έφερε ένα άρθρο σε μία εφημερίδα, δημιούργησε έναμπλογκ συλλογής υπογραφών για να αλλάξει η νομοθεσία των υιοθεσιών και κατέληξε σε μία επερώτηση στην βουλή από την κα Δαμανάκη. Και αυτό, ήταν μόνο ένα μικρό παράδειγμα.

Στο θέμα λοιπόν της σημερινής συνάντησης, “Η ενημέρωση στη μπλογκόσφαιρα: Επανάσταση ή συνέχεια με άλλα μέσα;” θα είχα να απαντήσω τουλάχιστον ως προς εμένα: συνέχεια τίνος; Η διάδρασή μου με την κοινωνία και τους πολίτες της είναι πλέον γεγονός και επανάσταση ή όχι, δεν αποτελεί συνέχεια αλλά κάτι εντελώς νέο.

Πέρα όμως από όλες τις παραπάνω νέες καταστάσεις που βίωσα και βιώνω, με την ιδιότητα ενός πολίτη που έχει πλέον ένα βήμα – και που θέλησα να θίξω γιατί είμαι σίγουρη ότι πολλοί δεν γνωρίζετε πως παρόμοια πράγματα βιώνουν οι περισσότεροι απλοί χρήστες του διαδικτύου, – οφείλω να παραδεχθώ, ότι μεγάλο μέρος των μπλογκς αλλά και γενικά του ίντερνετ, ανήκει πλέον και στα παραδοσιακά μέσα.

Στα πρώτα χρόνια του μπλόγκινγκ στην Ελλάδα, έπειτα από τις εκδηλώσεις λατρείας των δημοσιογράφων για τα μπλογκς, ξεκίνησε ένας “πόλεμος” καθώς ήταν γενικευμένη η αίσθηση ότι τα μπλογκς δημιουργήθηκαν για να αντικαταστήσουν τη δημοσιογραφία. Είχα παρατηρήσει ότι όσο λιγότερο σοβαρή δημοσιογραφία έχεις, τόσο σοβαρότερος είναι ο πόλεμος εναντίον των μπλογκς και της λεγόμενης “δημοσιογραφίας των πολιτών”. Και δεν είχα άδικο, καθώς το αμέσως επόμενο λογικό βήμα ήταν, να κατακλυστεί η μπλογκόσφαιρα από τα λεγόμενα ενημερωτικά και αποκαλυπτικά μπλογκς. Ό,τι άξιζε στο νέο μέσον, η ανωνυμία, ο ελεύθερος σχολιασμός, η απλή γλώσσα, η άμεση δημοσίευση, ήταν αυτό ακριβώς που εκμεταλλεύτηκαν αλλά και που γύρισε μπούμερανγκ.

Οι αντιδράσεις των παραδοσιακών μέσων ήταν ακραίες. “Ασυδοσία”, “κίνδυνος”, “εκβιασμός”, “συμμορίες” ήταν οι λέξεις που περιέγραφαν το διαδίκτυο και τη μπλογκόσφαιρα εν γένει καθώς μας είχε πάρει όλους η μπάλα. Το αποτέλεσμα, άπειρες δημοσιεύσεις ζητώντας από την μπλογκόσφαιρα να αντιδράσει απέναντι στον φασισμό και στην καταπάτηση της ελευθερίας του λόγου. Η μπλογκόσφαιρα γέλασε πολύ.

Γιατί τόσος θόρυβος;

Η διαφημιστική πίτα μοιράστηκε εκ νέου. Και όσο τα παραδοσιακά μέσα προσπαθούσαν να κερδίσουν μία θέση στο νέο αυτό δύσκολο μέσο, τα λεγόμενα “ενημερωτικά μπλογκ” ανώνυμων προφανώς δημοσιογράφων, προσέφεραν άρτο και θεάματα. Κίτρινες, ροζ ειδήσεις, ανεπιβεβαίωτες φήμες, πολλά προσεχώς, αυτοαναφορικότητα και μάχη για τη δημοτικότητα και τα κλικς. Ζήσαμε μεγάλες στιγμές. “Δείτε ποιανής έχει ιδρώσει η μασχάλη”, “το επόμενο διαζύγιο που θα συζητηθεί”.

Όμως δεν ήταν τόσο πολύ κακό αυτό. Το πλήθος προτού ωριμάσει και εκπαιδευτεί, είναι λογικό να ψάξει τα γνώριμα. Όσο η αισθητική σου, η νοοτροπία σου, ο τρόπος που μιλάς και τα μηνύματα που θες να μεταδώσεις, ταιριάζουν σε ό,τι έκανες μέχρι χθες, τόσο πιο πιθανό είναι να σε ακολουθήσει το κοινό σου και στο νέο μέσο. Ο τηλεθεατής του σταρ, ο γκρούπι του Αυτιά, ο ακροατής του Τράγκα, δε γίνεται να αλλάξει τις συνήθειές του από τη μια μέρα στην άλλη. Είτε στα μπλογκς, είτε στο youtube, είτε στο facebook και το twitter, τα δικά του είδωλα θα ψάξει. Μέχρι που θα του γκρεμιστούν. Γιατί αυτό κάνει το διαδίκτυο. Χαβαλέ, γκρεμίζοντας κυρίως άδεια είδωλα.

Κάνει όμως και κάτι άλλο. Τεστάρει όλα τα μέσα στη φωτιά. Φωτιά, διότι το ίντερνετ, αντί για “συνέχεια με άλλα μέσα”, αποδείχθηκε συνέχεια σε σατανικά μέσα. Γιατί;

Οτιδήποτε δημοσιεύσεις δεν σβήνει, θα μείνει για πάντα ακόμη κι αν το εξαφανίσεις την επόμενη στιγμή, θα διασταυρωθεί, θα σχολιαστεί ελεύθερα, οι ανακρίβειές σου θα καταρριφθούν με ένα link στην πηγή, τα ντοκουμέντα και τις μαρτυρίες, το όνομά σου δεν θα έχει καμία σημασία, το κοινό σου θα εκπαιδεύεται γοργά και θα ζητάει όλο και περισσότερα… και όλα αυτά, δημόσια. Χώρια που πρέπει να φτιάξεις και την αισθητική σου γιατί όσο πιο κακή είναι, τόσο περισσότερο θυμίζεις στον χρήστη εκείνα τα sites, που κολλάς ιούς.

Πάμε πάλι στα βασικά: Υπό κανονικές συνθήκες τα παραδοσιακά μέσα είναι εκείνα που δίνουν την ενημέρωση και τις ειδήσεις, χρησιμοποιώντας ίσως ως πηγές τους τα μπλογκς. Υπό κανονικές συνθήκες τα μπλογκς κυρίως σχολιάζουν ειδήσεις και κοινωνικά θέματα και ενίοτε παράγουν ενημέρωση χρησιμοποιώντας προσωπικές εμπειρίες. Όλα αυτά, υπό κανονικές συνθήκες. Στην Ελλάδα όμως σπάνια υπήρξαν.

Όχι, τα μπλογκς δεν είναι επανάσταση στην ενημέρωση ούτε όμως και συνέχειά της. Είναι προσωπικές αλήθειες που δεν νοιάζονται για την πρωτιά και ενίοτε υποπέφτουν στα ίδια ακριβώς ατοπήματα με τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.

Τα ζητήματα που θέτουν οι πολέμιοι της δημοσιογραφίας των πολιτών είναι τέτοια που εγείρουν ερωτήματα και για την ενημέρωση όπως την ξέραμε.

…. Το γεγονός είναι, ότι σήμερα τα μέσα έχουν ένα ολοένα και ωριμότερο κοινό. Είτε στην έδρα τους, είτε στο διαδίκτυο. Ένα πιο απαιτητικό κοινό που σε κάθε ανακρίβεια ή παραπληροφόρηση, με ένα μονάχα link θα γκρεμίσει κύρος και δουλειά χρόνων, ένα κοινό που απομυθοποιεί, που σταματά σιγά σιγά να τοποθετεί ψηλά τον καθωσπρεπισμό ή τη σοβαροφάνεια και ψάχνει ουσία.

Εάν οι ειδήσεις που παράγεις και η ενημέρωση σου αντέχει τη διασταύρωση, τον ανοιχτό σχολιασμό και ενδεχομένως την κριτική, εάν έχεις την ωριμότητα να παραδεχθείς τα λάθη σου, εάν είσαι πρωτότυπος και εάν έχεις την σοβαρότητα να παραθέτεις πηγές και όχι να αντιγράφεις κατά γράμμα, την έλλειψη εγωισμού ώστε να χρησιμοποιείς παραπομπές και προσωπικές μαρτυρίες ή ντοκουμέντα, η μπλογκόσφαιρα και το νέο μέσο θα είναι το πολυτιμότερο εργαλείο που είχες ποτέ. Όχι ακριβώς επανάσταση, αλλά σε καμία περίπτωση συνέχεια με άλλα μέσα.