Η ελληνική τηλεόραση θα μπορούσε να ήταν άψογη, αν δεν είχε δύο ελαττώματα. Δεν ήταν ελληνική και δεν ήταν τηλεόραση.
ΦΡΕΝΤΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ
Την κοίταζα μ’ άλλο μάτι σήμερα. Θρονιασμένη στο σαλόνι μου και στη ζωή μου όσα χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου. Πρόθυμη να με ψυχαγωγήσει κάποτε, να με ενημερώσει άλλοτε, να με αφήσει να την στήσω στον τοίχο εσχάτως. Ατάραχη κι ακάθεκτη. Μία “θεότρελη πενηντάρα” πια, που όμως με πήρε από το χέρι στα μικράτα μου και μεγαλώσαμε μαζί. Τότε με θάμπωνε ακόμα με τη μαγεία της. Και σίγουρα τη θάμπωνα κι εγώ, καθώς της υποσχόμουν αιώνια πίστη κι αφοσίωση. Ο κόσμος σαν να ανήκε και στους δυό μας. Να τον κατακτήσουμε και να μας κατακτήσει. Να τον αλλάξουμε και να μας αλλάξει. Η απόλυτη διαδραστικότητα! Βέβαια τότε δεν υποπτευόμουν καν τι θα συμβεί με το διαδίκτυο αργότερα.
Πρέπει να έκλεινα την πρώτη μου πενταετία όταν κατέφτασε μ’ ένα φορτηγό. Συσκευασμένη σε μία τεράστια χαρτόκουτα και συνοδευόμενη από ένα τραπεζάκι τροχήλατο. Οι μεταφορείς την κρατούσαν με δέος και την απίθωσαν καταμεσής στο σαλόνι. Πάλευαν ώρες μετά να στήσουν την κεραία της στην ταράτσα, γλιστρώντας ανάμεσα στα κεραμίδια και βρίζοντας. Στεκόμουν εμβρόντητος μπροστά της κι αδυνατούσα να καταλάβω τι θαυμαστό μπορεί να μου προσφέρει. Χάιδευα με το χέρι μου τα αρχικά της σαν να συστηνόμασταν δειλά: F.P. (Μία Ιταλίδα από την Κυψέλη … έλεγε ο πατέρας μου χρόνια μετά).
Και κάποτε η οθόνη άνοιξε. (Καθίστε αναπαυτικά στον καναπέ γιατί η ταινία αρχίζει ….)
—————————————————————————————
Η ελληνική τηλεόραση γεννήθηκε πριν από 50 χρόνια. Στις 23 Φεβρουαρίου του 1966, στις 6.30 το απόγευμα. Στη δεκαετία του ’60 στην Aθήνα υπήρχαν μόνο 1.500 συσκευές, ενώ 15.000 ήταν πανελλαδικά. Η εποχή παρέμενε ανυποψίαστη για το “θαύμα” που είχε συντελεστεί και η πρώτη αναγγελία για την έναρξη του προγράμματος της ελληνικής τιβούλας πέρασε στα “ψιλά” γράμματα των εφημερίδων. Αργότερα έμαθα ότι τα δύο άκρα της ελληνικής επικράτειας (Κρήτη και Θεσσαλονίκη) είχαν μυηθεί νωρίτερα. Στην Κρήτη οι Αμερικάνοι λειτουργούσαν συστηματικά τον σταθμό τους στη Βάση των Γουρνών και στη Θεσσαλονίκη η ΔΕΗ λειτούργησε πειραματικά τον πρώτο σταθμό Ελληνικής τηλεόρασης το 1961 στα πλαίσια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης.
Η επίσημη «πρώτη» του ΕΙΡ
Οι Αθηναίοι διαβάζουν περιχαρείς σε πρωινό φύλλο της 23ης Φεβρουαρίου 1966:
«Τα πάντα για την σημερινή, πιο οργανωμένη εμφάνιση των πειραματικών εκπομπών του ΕΙΡ είναι έτοιμα. Ενας πομπός, 6 φορές ισχυρότερος από τον αρχικώς κατασκευασθέντα, είναι τοποθετημένος στο πιο ψηλό κτίριο των Αθηνών, στο Μέγαρο του ΟΤΕ… Στην πρωτεύουσα λειτουργούν αυτήν την στιγμή 1.200-1.500 συσκευές τηλεοράσεως... Το σημερινό πρόγραμμα θα έχει ως εξής:
18.30 Διεθνή επίκαιρα
18.45 Για σας κυρία μου
19.00 Αυστραλία (ταξιδιωτικό ντοκυμανταίρ)
19.25 Ο Αγγλος γλύπτης Χένρυ Μουρ
19.55 Παίζει η ορχήστρα Ανρύ Λεκά
20.15 «Ο κλέφτης». Μια βραζιλιάνικη ταινία μικρού μήκους
20.30 Τέλος του προγράμματος».
Ετσι και έγινε. Το ίδιο απόγευμα η οθόνη φωτίζεται.
Η Ελλάς καθηλώνεται από τη δύναμη της εικόνας. Στα καφενεία μπαίνουν τηλεοράσεις και αίφνης οι θαμώνες αυξάνονται θεαματικά. Στριμώχνονται δε, για να παρακολουθήσουν στην αρχή τα “Επίκαιρα”. Και σταδιακά το πρόγραμμα εμπλουτίζεται. Το 1969 ο Νίκος Μαστοράκης επιχειρεί την πρώτη εξωτερική μετάδοση. Θέατρο Ακροπόλ και 6 κάμερες βγάζουν στον αέρα το πρώτο ελληνικό τηλεοπτικό σώου. Θα ακολουθήσει το τηλεπαιχνίδι «Μπίνγκο», που μάλιστα συγκέντρωνε τόσο υψηλά ποσοστά τηλεθέασης (74%) ώστε να απειλεί την ομαλή λειτουργία των κέντρων διασκέδασης, των κινηματογράφων και των θεάτρων, τις Κυριακές που προβαλλόταν.
Και οι τηλεοπτικοί αστέρες αρχίζουν να ανατέλλουν.Ο πρώτος τηλεπαρουσιαστής είχε εμφανιστεί σαφώς νωρίτερα στη συμπρωτεύουσα και δεν ήταν άλλος από τον Άλκη Στέα. Πρώτη πειραματική εκπομπή μαυρόασπρου τηλεοπτικού σήματος από την τηλεόραση, της ΔΕΗ, και πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της 25ης Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης το 1960. Η εκπομπή ήταν ένα τηλεφωνικό τηλεπαιχνίδι, προσφορά της καπνοβιομηχανίας «Ματσάγγου». Από το πρόγραμμα του σταθμού της ΔΕΗ, που λειτούργησε για 22 ημέρες, παρέλασαν υπουργοί, βουλευτές και πολλά μουσικά και χορευτικά συγκροτήματα. Ο πομπός κάλυπτε μια περιοχή 45 χιλιομέτρων γύρω από τη συμπρωτεύουσα. Λόγω ανυπαρξίας τηλεοπτικών δεκτών, η εταιρεία Φίλιπς εγκατέστησε στον χώρο της έκθεσης αλλά και σε κεντρικά σημεία της πόλης 100 δέκτες.
Ξαναγράφουμε την ιστορία των Oskar -Οι λάθος απονομές, οι αδικίες κι οι φυλετικές διακρίσεις
Στην Αθήνα ωστόσο, η πρώτη επίσημη εκπομπή της Τηλεόρασης Ενόπλων Δυνάμεων (αργότερα ΥΕΝΕΔ) «βγήκε» από τα στούντιο του τριώροφου κτιρίου της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, την Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 1966, δίπλα στο Πεδίον του Άρεως. Και καθώς τα δίπολα έλκουν τον ανταγωνισμό οι κόντρες ανάμεσα σε Εθνικό Ίδρυμα Τηλεόρασης (ΕΙΡ) και Υπηρεσία Ενόπλων Ελληνικών Δυνάμεων (ΥΕΝΕΔ) δεν αργούν. Τα δύο κανάλια παίζουν ταυτόχρονα παρόμοια σήριαλ. «Άγνωστος πόλεμος» στο ένα, «Παράξενος Ταξιδιώτης» στο άλλο, «Η Γειτονιά μας» στην ΕΙΡ «Το κορίτσι της Κυριακής» στην ΥΕΝΕΔ, «Μπίνγκο» οι μεν «Τετράγωνα των αστέρων» οι δε.
Εν τω μεταξύ, η κουλτούρα αναζητεί τη θέση της στο τηλεοπτικό σκηνικό: Το 1967 η Μαρία Καραβία αναλαμβάνει το πρώτο πολιτιστικό μαγκαζίνο της ελληνικής τηλεόρασης, βραχύβιο βεβαίως λόγω πολιτικών συνθηκών. Ανάμεσα στους επιφανείς προσκεκλημένους της ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Ηλίας Βενέζης, η Έλλη Λαμπέτη (η οποία θα παίξει την «Ανθρώπινη φωνή» του Κοκτό σε παγκόσμια ίσως τηλεοπτική πρώτη), ο Περικλής Βυζάντιος και η πριγκίπισσα Ειρήνη.
Είναι οι άντρες “σχεδιασμένοι” για την απιστία; Η επιστήμη λέει (επιτέλους;) ναι
Στα πρώτα του δειλά βήματα το δελτίο ειδήσεων του ΕΙΡ είναι μια συρραφή από φιλμάκια των ξένων πρακτορείων. Από το 1968 γίνεται πλέον αισθητή η ανάγκη για εσωτερικές ειδήσεις. Πρώτος αρχισυντάκτης ο Ιάσων Μοσχοβίτης. Η ημίωρη «Ηχώ των γεγονότων» μεταδίδεται πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ και στο κλείσιμο του σταθμού.
Στις 20 Ιουλίου του ’69 ο Ιάσων Μοσχοβίτης συνδέεται ζωντανά με τη Σελήνη. Στο στούντιο του ΕΙΡ στην 3ης Σεπτεμβρίου, με τη βοήθεια δύο ακουστικών, ένα στο κάθε αυτί (το ένα ο φυσικός ήχος από το «Απόλλων 10», το άλλο η φωνή του «οδηγού» από το Χιούστον που μέσω Eurovision εξηγεί αγγλιστί τι συμβαίνει), περιγράφει τον περίπατο του Νιλ Άρμστρονγκ στο φεγγάρι. Όποιος διαθέτει τηλεοπτική συσκευή την έχει ανοιχτή.
«Αθλητική Κυριακή»
Στις 27 Μαΐου 1966 ο πρωτοπόρος σπορτσκάστερ του ΕΙΡ Γιάννης Διακογιάννης παρουσιάζει στους στερημένους εγχώριους φιλάθλους το Παγκόσμιο Κύπελλο Αγγλίας. Τον Σεπτέμβριο είναι πλέον ο οικοδεσπότης της εκπομπής «Αθλητικά νέα». Σε λιγότερο από έναν μήνα η εκπομπή μεταφέρεται από Δευτέρα σε Κυριακή και σύντομα μετονομάζεται σε «Αθλητική Κυριακή». Το σήμα της εκπομπής επιλέγει η Ελένη Ροδίου, η σύζυγος του ιδρυτού της Lyra Αλέκου Πατσιφά, χωρίς όμως να αποκαλύψει ποτέ ποιος το είχε αρχικώς συλλάβει. Έκτοτε η Αθλητική Κυριακή παραμένει η μακροβιότερη εκπομπή της ελληνικής τηλεόρασης.
Με καταδυνάστευε για χρόνια το “πως μας ενώνει και πως μας δονεί του Διακογιάννη η φωνή” καθώς τα απογεύματα της Κυριακής οι γειτονιές της Αθήνας αντηχούσαν μόνο τις περιγραφές του. Οι Δευτέρες όμως ανήκαν αλλού. Στο κανάλι των Ενόπλων Δυνάμεων εμφανιζόταν η μελίρρυτος και αρχαιολάτρης Αλίκη Νικολαΐδου με μια μισάωρη εκπομπή στοχασμού σε ένα κλίμα θρησκευτικής κατάνυξης. Η φωνή της είχε μία θεατρικότητα που μας συνέπαιρνε. Χρόνια μετά διάβασα κάπου ότι η ίδια ήταν τυφλή και εννοούσε να βγάζει άνετα τις εκπομπές, μιλώντας απο στήθους και χωρίς καν να διαπράττει εγκληματικά σαρδάμ ή χαώδη κενά.
Αν είστε tech freaks δείτε τον νέο τρόπο για να χωρίσετε..
Όταν εκείνο το απόγευμα στεριώθηκε η κεραία στις ζωές μας και πρωτάνοιξε η F.P. συνάντησα το φοβερό και τρομερό βλέμμα του Άγγελου Αντωνόπουλου. Επιβλητικός μέσα στη στολή του ήρωα έπαιζε τον “συνταγματάρχη Βαρτάνη” στον Άγνωστο πόλεμο που έγραφε τότε ο Νίκος Φώσκολος. Μέσα του 1972 και η τηλεθέαση άγγιζε ως και το 83%. Τις Τετάρτες που παιζόταν το σήριαλ κινηματογράφοι και θέατρα έμεναν κλειστά. Το ένστολο φόντο της σειράς και η απήχησή της ενθουσίασε σύντομα τον ίδιο τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, που ζήτησε να μετατεθεί η προβολή της για την Κυριακή (χωρίς να εισακουσθεί τελικά).
(1975-6). Η τηλεόραση έχει αποκτήσει ένα δαντελωτό σεμέν που κρέμεται χαριτωμένα στην οροφή της κι ένα άγαλμα σκύλου, που είναι must της εποχής και κοσμεί απαρέγκκλητα κάθε σπίτι. Ο Βασίλης Γεωργιάδης σκηνοθετεί για την τότε ΕΙΡΤ την τηλεοπτική διασκευή από το μυθιστορήμα του Νίκου Καζαντζάκη “Ο Χριστός ξανασταυρώνεται”. Ένας καλός λόγος να τελειώσουμε τα μαθήματα νωρίς κάθε Πέμπτη ήταν η υπόσχεση πως μετά μπορούμε να δούμε τον Αλέξη Γκόλφη που μας μάγευε στον πρωταγωνιστικό ρόλο (αργότερα εξαφανίστηκε από προσώπου γης). Την παράσταση όμως για πολλούς έκλεβαν το Γιουσουφάκι (Τζένη Φωτίου) και ο φρουρός του πασά (Κώστας Γκουσγκούνης).
Την ίδια εποχή οι Τρίτες θαρρώ είχαν … σουρ. Το λεγε με τον πολύ ιδιαίτερο τρόπο του ο κυρ Γιώργης στο Λούνα Πάρκ, που ήταν από τις πλέον δημοφιλείς εκπομπές του ελληνικού «κουτιού», με ένα μαυρόασπρο λούνα παρκ «στημένο» από τον Μίνωα Αργυράκη. Ένα παράδοξο για τα δεδομένα της εποχής μείγμα τηλεπαιγνίου, σίριαλ και σόου που μόνο ένας Γιάννης Δαλιανίδης θα μπορούσε να σκαρφιστεί. Ο κυρ Γιώργης (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος) ανακηρύσσεται στον πιο καλτ (αν και αντιδραστικούλη) θυμόσοφο της εγχώριας TV. Τον πλαισιώνουν η “πέρα βρέχει” σύζυγός του (Αννα Παϊτατζή), η μοντέρνα ανιψιά του Κάθριν (η Ρένα Παγκράτη με εκείνο το αλησμόνητο «Δέκα κρίκοι ένα τάλιρο»), το ερωτευμένο ζεύγος (Νίκος Δαδινόπουλος και Μαίρη Ευαγγέλου), η χαρτορίχτρα Μαρία (Αλέκα Στρατηγού), που μόνο για τον εαυτό της δεν προβλέπει τη μοίρα, κ.ά. Παρουσιαστής ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης. Συνολικά 333 ωριαία επεισόδια που κράτησαν ως το 1981.
Στο μεσοδιάστημα απολαύσαμε Γρηγόρη Ξενόπουλο σε κάθε δυνατή τηλεοπτική μεταφορά δια χειρός Ερρίκου Ανδρέου. Οι Ζακυνθινές ηθογραφίες εισβάλλουν στη ζωή μας και το ιδίωμα του Ζάντε γίνεται καλαμπούρι της καθημερινότητας. Και τα καλοκαίρια τρέχουμε μαζικά να δούμε τους τόπους και να αγοράσουμε “μπουγαρίνι”. Αιτίες: η Αφροδίτη (1977), Η Αναδυομένη (1978), Τυχεροί και άτυχοι και Μυστικοί αρραβώνες (1979), Λάουρα (1980), Η απερίγραπτη και Ο κόσμος και ο Κοσμάς (1981).
Την ίδια περίοδο η ΕΙΡΤ μας καθηλώνει με μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της ελληνικής τηλεόρασης, βασισμένη στη μυθιστορηματική τριλογία του Τάσου Αθανασιάδη: Οι Πανθέοι. Όλη η Ελλάδα αναμένει εναγωνίως το τηλεοπτικό «σμίξιμο» της Μάρμως Πανθέου (Κάτια Δανδουλάκη) με τον Κίτσο (Στέλιος Καλογερόπουλος). Σκηνοθετεί ο Βασίλης Γεωργιάδης.
Ταυτόχρονα (ή σχεδόν) κάνει τα πρώτα της βήματα και “η γειτονιά μας” στην ΥΕΝΕΔ. Θεωρείται ως και σήμερα η πιο αγαπητή κοινωνική σειρά στην ιστορία της τηλεόρασης, που συμπλήρωσε αισίως 550 ημίωρα επεισόδια. Αποτέλεσε πρότυπο μίμησης για τις σειρές που ακολούθησαν, κυρίως λόγω της απλότητας του σεναρίου και της αμεσότητας των χαρακτήρων. Σκηνοθέτης, ο Πέτρος Λινάρδος. Το σενάριο, που υπέγραφε ο Κώστας Πρετεντέρης, αφορούσε καθημερινές ιστορίες ανθρώπων που ζούσαν στην ίδια γειτονιά, όπου κυριαρχούσε το αρχοντικό της οικογένειας Δελακοβία. Από τους πολλούς πρωταγωνιστές της σειράς ο Μάκης Δεμίρης (καφετζής), ο Ανδρέας Φιλιππίδης (Κασσανδρής) και η Σάσα Καστούρα (Σάσα).
Η ενημέρωση έχει για καιρό τη σφραγίδα του Φρέντυ Γερμανού. Σερβιρισμένη κάποτε με “αλάτι και πιπέρι”. Η πρώτη εκπομπή του αείμνηστου δημοσιογράφου ξεκίνησε να προβάλλεται το 1969 στην ΥΕΝΕΔ και φιλοξενούσε προσωπικότητες από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Τον τρίτο χρόνο της εκπομπής εντάχθηκε στο δυναμικό της δημιουργικής ομάδας ο σκιτσογράφος Κυρ. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιούνταν αυτές οι εκπομπές δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ούτε στο ελάχιστο λειτουργικές. Σε κάποιο από τα στούντιο της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, για να φθάσει κανείς έπρεπε να περπατήσει επί τριάντα μέτρα πάνω σε μαδέρια προκειμένου να μην πέσει στο αυλάκι με το νερό που υπήρχε από κάτω. Στα μαδέρια αυτά περπάτησαν με απόλυτη ισορροπία ο Τζον Λένον και η Γιόκο Όνο προκειμένου να συμμετάσχουν στην εκπομπή. Στην ίδια εκπομπή ο Γερμανός προσπάθησε να κάνει χιούμορ στα ελληνικά με τον Λένον. Ο Λένον «έπιασε» το ύφος του μεγάλου έλληνα δημοσιογράφου και απήντησε στα αγγλικά: «Λυπάμαι που δεν γνωρίζω ελληνικά για να καταλάβω τι μου λες και να σου ανταποδώσω το αστείο».
Η πρώτη μέτρηση τηλεθέασης
Οι άνθρωποι της τηλεόρασης σε κείνα τα πρώτα δειλά βήματα ένιωθαν την ανάγκη να εισπράξουν την επιτυχία τους και να μετρήσουν την αποδοχή τους. 1968. Η ελληνική τηλεόραση ήταν ήδη δύο ετών και κάπως ήθελε να μάθει πόσοι παρακολουθούσαν τη “ζωή” της. Η AGB και όσα τραγικά επέφερε δεν υπήρχε ούτε ως ιδέα τότε. Έτσι οι τεχνικοί της ΕΙΡ βρήκαν έναν απλό και πρακτικό τρόπο να μετρήσουν την τηλεθέαση. Ανέβαιναν σε κάποιο ψηλό σημείο και μετρούσαν τον αριθμό των κεραιών που ήταν εγκατεστημένες στις ταράτσες των σπιτιών! Δύο χρόνια αργότερα, όταν κάτι τέτοιο ήταν πλέον αδύνατο να συμβεί, ανέλαβε τις μετρήσεις, με τη μέθοδο των κατ’ οίκον επιστολών, η εταιρεία Νίλσεν.
Το μεγάλο λάθος του Νίκου Μαστοράκη
Ο φοίνικας της χούντας γέμιζε συχνά την οθόνη σε κείνα τα πρώτα βήματα της “τηλοψίας” μας. Μέχρι που ήρθαν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Η συνέντευξη του Νίκου Μαστοράκη ήταν η πρώτη ίσως εικόνα που αφύπνισε το τηλεοπτικό κοινό και το έκανε να διαμαρτυρηθεί με τέτοια σφοδρότητα που ο πανίσχυρος -ως τότε- τηλεπαρουσιαστής αναγκάστηκε να εξαφανιστεί για χρόνια από το ελληνικό τηλετοπίο.
Ο Μαστοράκης το 1973 επιχείρησε να πάρει συνέντευξη από τους συλληφθέντες φοιτητές του Πολυτεχνείου. Η συνέντευξη έγινε μέσα στο ΚΕΒΟΠ υπό την αυστηρή επιτήρηση των κρατούντων. Η εικόνα των συλληφθέντων φοιτητών σόκαρε την κοινή γνώμη. Περιθώρια για ελεύθερη έκφραση δεν υπήρχαν και κατά συνέπεια η ρετσινιά του χουντικού προσκολλήθηκε δίκαια ή άδικα στον παρουσιαστή.
Λίγο καιρό αργότερα, στις 6 Απριλίου του 1974 η Ελλάδα συμμετέχει για πρώτη φορά στη Eurovision με τη Mαρινέλλα να άδει από τηλεοράσεως «Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου». Κάπου εκεί παίχτηκε και το πρώτο θεατρικό μονόπρακτο στην ελληνική TV. Ήταν το έργο του Iάκωβου Kαμπανέλλη «Aυτός και το παντελόνι του» με τον Bασίλη Διαμαντόπουλο. Oι δε ξένες τηλεοπτικές σειρές που έγραψαν ιστορία ήταν το «Πέιτον Πλέις» και «O φυγάς».
Τον Ιούλιο του 1974 η Δημοκρατία εγκαθίσταται και στην ΕΙΡΤ, όταν ο Κων/νος Καραμανλής διορίζει επικεφαλής τον Δημήτρη Χόρν. Ο Βασίλης Γεωργιάδης σφραγίζει με τις δημιουργίες του την μεταπολεμική περίοδο με σειρές όπως ο Γιούγκερμαν και ο Συνταγματάρχης Λιάπκιν, που δυστυχώς σβήστηκαν από τα αρχεία του Κρατικού ιδρύματος. Την τελευταία τριετία της διακυβέρνησης Καραμανλή οι σειρές που κυριολεκτικά αιχμαλωτίζουν το κοινό στις οθόνες είναι ο Μεθοριακός σταθμός σε σκηνοθεσία Γιώργου Πετρίδη, Το λεμονόδασος της Τόνιας Μαρκετάκη, Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια του Κώστα Αριστόπουλου, η Αστροφεγγιά του Διαγόρα Χρονόπουλου (η Αθήνα έζησε τον μεγάλο σεισμό παρακολουθώντας τον Λουκή που υποδυόταν ο Αλμπέρτο Εσκενάζυ) καθώς και η τηλεοπτική μεταφορά της Λωξάνδρας από τον Γρηγόρη Γρηγορίου, που καθιέρωσε ως ηθοποιό την Μπέτυ Βαλάση.
Γύρω στη δεκαετία του 80 η τηλεόραση αφήνει την ασπρόμαυρη ζωή της και … βρίσκει το χρώμα της, αποκτά τα πρώτα της χρήματα και γρήγορα την… ψωνίζει. Tο 1988 δραστηριοποιείται στην Eλλάδα η AGB. Οι πειρατές κατά καιρούς διαμαρτύρονται τις νυχτερινές ώρες καταλαμβάνοντας τις κρατικές συχνότητες για να βάλουν από .. Γκουσγκούνη μέχρι “η Αθήνα τη νύχτα”. Το 1988, η πίεση του κόσμου που ζητά κάτι νέο στις τηλεοπτικές συνήθειες αλλά και η πρωτοβουλία της τοπικής αυτοδιοίκησης αναγκάζει την ΕΡΤ να κάνει η ίδια αυτό που δεν ήθελε να κάνουν οι άλλοι. Η απόφαση λαμβάνεται, και ανακοινώνεται ότι η κρατική τηλεόραση «συμφώνησε» με 6 δορυφορικά κανάλια για την επίγεια αναμετάδοσή τους στην Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις, συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης, όπου ήδη ο δήμος είχε ξεκινήσει την μετάδοση όχι μόνο δορυφορικών προγραμμάτων, αλλά και του δικού του τηλεοπτικού καναλιού, του TV100 που είναι ο πρώτος μη κρατικός σταθμός στην Ελλάδα! Ο δρόμος για την ιδιωτική τηλεόραση ανοίγει σύντομα.
Στις 20 Nοεμβρίου του 1989 κάνει πρεμιέρα το Mega με τη Λιάνα Kανέλλη, έναν μήνα μετά στις 31 Δεκεμβρίου ο ANT1 με τον Tέρενς Kουίκ, ενώ την ίδια χρονιά δημιουργείται και το Eθνικό Συμβούλιο Pαδιοτηλεόρασης. Yστερα από πολλές αναβολές, το 93 ξεκινάει ο Σκάι και στις 4 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου το Star.
Σήμερα το τηλεοπτικό τοπίο της χώρας αριθμεί μερικές εκατοντάδες κανάλια και έτσι φτάσαμε να συζητάμε τι … πλαφόν θα τους βάλουμε.
Επιμέλεια: Μαριάννα Κορνάρου
* Πολύτιμες πηγές διάφορα δημοσιεύματα της Καθημερινής και του Βήματος.
Διαβάστε ακόμη: