Το είδα στο facebook. Κι αν δεν το πρόσεχα, φρόντισαν να μου το προώθησαν κι οι φίλοι. Έχει κάτι αυθεντικό κι ανθρώπινο που μας άγγιξε όλους. Το ‘γραψε μία νοσηλεύτρια που έκανε την ιδιότυπη εφημερία της πλάι στους πρόσφυγες που δεν απαίτησαν τίποτα αλλά σκέφτηκε να τους βοηθήσει μόνη της. Το μεταφέρω αυτούσιο, μαζί με όσο ειδικό βάρος έχει όλη η φόρτιση κι η αλήθεια του.
Έζησα λίγο πόλεμο χθες.
Μ’ ακούς;
Σου φαίνεται υπερβολή φαντάζομαι, αλλά όχι, δεν είναι.
Είδα στο τουίτερ Παρασκευή δύο το βράδυ πως στον Πειραιά δεν έχουν κανένα γιατρό. στέλνω μηνύματα, επικοινωνώ, μιλάω Σάββατο μεσημέρι με μια κοπέλα. μου λέει – θα έρθεις; και ασυναίσθητα λέω -ναι.
Νοσηλεύτρια αλλά από το τίποτα, ας είμαι εγώ εκεί.
Κατεβαίνω Πειραιά, λέω θα κάτσω μέχρι τις 11 το πολύ για να πάρω ηλεκτρικό -μετρό να επιστρέψω. (θα ΄θελα)
Πάμε στην Ε1.
Βγαίνω από το αμάξι. Παιδάκια παίζουν μπάλα. Έρχονται και μου κάνουν χειραψία και μου χαμογελούν.
Μπαίνω μέσα. Σοκ. Πόσα άτομα; 800; παραπάνω; πολλά.
Υπάρχει αυτοσχέδια κουζίνα και αποθήκη και ένα ιατρείο.
Συναντάω ένα γιατρό, χαίρω πολύ κτλ -πάμε, μου λέει, να αρχίσουμε από την Ε7; -πάμε του λέω
Από ‘κεί και μετά το χάος. Με τα στηθοσκόπια στο λαιμό, μόνο με γάντια γιατί οι μάσκες τους τρομάζουν, φοβούνται να έρθουν μαζί μας, αποκτούν σιγά σιγά εμπιστοσύνη.
παιδιά με 39,5 πυρετό, σχεδόν όλα άρρωστα και με το αμάξι να πηγαίνουμε από την Ε7 στην Ε1 και πάλι πίσω, δέκα λεπτά δρόμος.
Πηγαινοερχόμασταν για φάρμακα, με παιδιά, ένα σε σοκ, άνθρωποι μέσα να πονάνε, βρέφη να μην μπορούν να αναπνεύσουν.
Κάποια στιγμή έχασα πια το μέτρημα του πήγαινε-έλα.
Κάποιος από τη Φιλανδία να ψάχνει την άρρωστη αδερφή του.
Να ψάχνω κάλτσες και παπουτσάκια για ξυπόλητα παιδιά.
Άνθρωποι πεινάνε. έρχονται και σε παρακαλάνε να πας και σε αυτούς.
Ένα συνεργείο του μέγκα, μέσα όλα αυτά, που θέλω να τους σπάσω την κάμερα και να σπρώξω τη δημοσιογράφο αλλά λέω, γ@μ@ το.
Η ζωή σε μία μεγαλούπολη, που προσφέρει αφειδώς μόνο τα παγκάκια της
“Έρχεται καράβι με 1.200 άτομα” ακούω
Βρήκαν μια εγκατάσταση να τους βάλουν, τραγική.
Τι έχεις; Παντομίμα σε βήχω, πονάω, σε όλα.
Γύρω στις 11 ακούγονται χειροκροτήματα. Κάποιος μας λέει “άνοιξαν τα σύνορα”
Έως πότε και για πόσους; σκέφτηκα.
Έκανα την πρώτη μου “εφημερία” σήμερα.
Δε θα σε πίστευα αν μου το έλεγες.
Γύρισα 8 το πρωί.
Παιδιά ενός … κατώτερου Θεού κατακλύζουν την Αθήνα (εικόνες)
Στο Μοναστηράκι υπήρχε κάπου γραμμένο με σπρέι
“ΕΓΩ ΕΙΜΑΣΤΕ”
Το στηθοσκόπιο μου ζύγισε δέκα τόνους όταν το έβγαλα, γιατί κατάλαβα πως κουβαλάει αυτό το “εγώ -είμαστε”.
Γιατί αν δεν έχεις κάτι καλύτερο να κάνεις έλα εκεί. Μαζί θα είμαστε. Κανένας δεν είναι μόνος.
Που λες, ναι, έζησα λίγο πόλεμο σήμερα.
Ναι, δεν είχαμε βομβαρδισμούς.
Ναι, δεν είχαμε τραυματίες και αίμα.
Αλλά συγχώρεσέ με, τον είδα στα μάτια τους
να ξυπνάνε με τον παραμικρό θόρυβο
τον άκουσα στα πνευμόνια τους,
στα παιδιά που έκλαιγαν.
Τον έζησα, λίγο,
μηδαμινά.
αλλά τον ένιωσα.
Πρέπει να με πιστέψεις.
(*στη φωτογραφία είναι το 1/3 των ανθρώπων στην Ε1)