Πώς ψηφίζουμε από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα;

0
445

Ψάχνοντας κανείς στο λεξικό την ετυμολογία της λέξης «ψήφος», θα δει ότι η προέλευσή της έχει βαθιές ρίζες στα αρχαία χρόνια. Η ψήφος γεννήθηκε από το αρχαίο ρήμα ψάω, που σημαίνει τρίβω, κάνω κάτι λείο.

Άρα η προέλευση της λέξης ψήφος μόνο τυχαία δεν είναι. Πρόκειται για την μικρή πέτρα που έχει γίνει λεία με τη βοήθεια της τριβής.

Η αρπαγή της κάλπης!

Ο Χαρίλαος Φλωράκης έλεγε ότι η κάλπη είναι… γκαστρωμένη και επομένως κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το αποτέλεσμα. Παρόλ’ αυτά αν και γκαστρωμένη, κάποιοι δεν σέβονταν πάντα την… κατάστασή της. Χαρακτηριστικό ήταν το παράδειγμα του βουλευτή, Λευτέρη Καλογιάννη.

Στην ψηφοφορία για ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας το 1985 ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας… άρπαξε την κάλπη και την πήγε στα γραφεία του κόμματός του. Ήθελε με αυτόν τον τρόπο να διαμαρτυρηθεί για τα γαλάζια -υπέρ Σαρτζετάκη- ψηφοδέλτια και λευκά για τους υπόλοιπους, αλλά και για την αμφισβητούμενη ψήφο Αλευρά.

 
Για πρώτη φορά ψηφοδέλτια…
 
 
Το ψηφοδέλτιο εισέβαλε στην πολιτική ζωή της Ελλάδας την εποχή του Όθωνα και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τον Ιούλιο του 1834 στις εκλογές του νομού Αργολιδοκορινθίας.

Η Αθηναϊκή Δημοκρατία

Ανατρέχοντας στην εποχή της αθηναϊκής δημοκρατίας, το πολίτευμα που αναπτύχθηκε στην πόλη κράτος της αρχαίας Αθήνας, θα δει κανείς ότι η σημερινή πρωτεύουσα της χώρας μας διέθετε την πιο γνωστή και ίσως τη σημαντικότερη δημοκρατία των αρχαίων χρόνων.

Άμεση δημοκρατία

Στη διάρκεια της αθηναϊκής δημοκρατίας εφαρμόστηκε το πείραμα της άμεσης δημοκρατίας. Έτσι, οι πολίτες δεν εξέλεγαν αντιπροσώπους, όπως συμβαίνει σήμερα. Αντιθέτως, λάμβαναν οι ίδιοι αποφάσεις νομοθετικού και εκτελεστικού περιεχομένου. Με μία μικρή λεπτομέρεια: στις αποφάσεις συμμετείχαν μόνο οι Αθηναίοι, οι οποίοι διατηρούσαν πολιτικά δικαιώματα και όχι το σύνολο των πολιτών.

Ποιοι είχαν δικαίωμα ψήφου

Στην Αρχαία Αθήνα, δικαίωμα να συμμετάσχουν και να ψηφίσουν στη συνέλευση της Εκκλησίας του Δήμου, είχαν μόνο οι άνδρες, εφόσον είχαν εκπληρώσει τη στρατιωτική τους θητεία, ενώ αποκλείονταν οι γυναίκες, οι μέτοικοι και οι δούλοι. Επίσης, δεν είχαν δικαίωμα ψήφου, όσοι ήταν ασυνεπείς στις οικονομικές τους οφειλές προς την πόλη. Σε πολλές των περιπτώσεων μάλιστα, η στέρηση του πολιτικού δικαιώματος ήταν μόνιμη ή κληρονομήσιμη.

Στην Αθήνα παρόλ’ αυτά δεν ίσχυαν τα όρια ελάχιστου εισοδήματος ή περιουσίας που ίσχυαν σε ολιγαρχικές πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας. 

Τα πολιτικά σώματα της εποχής ήταν τρία. Η Εκκλησία, η Βουλή των Πεντακοσίων και τα Δικαστήρια.

Όλοι οι πολίτες συμμετείχαν στις αποφάσεις

Σε αντίθεση με τη σύγχρονη κοινοβουλευτική ιστορία, στην αθηναϊκή δημοκρατία τα μέλη της εκκλησίας του Δήμου δεν εκλέγονταν. Σε αυτή συμμετείχαν όλοι όσοι είχαν πολιτικά δικαιώματα, όποτε εκείνοι επιθυμούσαν. Ήταν άμεση δημοκρατία και όχι αντιπροσωπευτική όπως είναι το σημερινό πολίτευμα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Μάλιστα, ο κάθε πολίτης άνω των 20 όχι μόνο μπορούσε να συμμετάσχει στη λήψη αποφάσεων, αλλά θεωρούταν καθήκον του.

Οι αρμοδιότητες της Εκκλησίας

Η Εκκλησία ψήφιζε για την έναρξη πολέμου, ενώ είχε το δικαίωμα να παραχωρήσει το δικαίωμα του πολίτη και σε ξένο – μη Αθηναίο. Επίσης, εξέλεγε ορισμένους αξιωματούχους, δίκαζε πολιτικά εγκλήματα και νομοθετούσε.

 
Πώς ψήφιζαν οι αρχαίοι
 
Συνήθως η ψηφοφορία γινόταν με ανάταση των χεριών, ενώ οι αξιωματούχοι έκριναν συνήθως το αποτέλεσμα, μετρώντας με το μάτι τα υψωμένα χέρια. Για κάποια σημαντικά θέματα ήταν απαραίτητη η παρουσία ελάχιστου αριθμού 6.000 πολιτών στην ψηφοφορία.

Σε περιπτώσεις, όπως η παραχώρηση του δικαιώματος του πολίτη απαιτούνταν απαραίτητα τουλάχιστον 6.000 συμμετέχοντες, ενώ για την ψηφοφορία χρησιμοποιούνταν σφαιρίδια βαμμένα άσπρα και μαύρα για το «ναι» και το «όχι αντίστοιχα, τα οποία έριχνε ο κάθε πολίτης με τη σειρά σε ένα μεγάλο πιθάρι το οποίο έσπαγαν στη συνέχεια για να γίνει η καταμέτρηση. Η συμμετοχή στη συνέλευση του Δήμου ήταν προαιρετική.

Ψηφοφορία δια βοής

Στην εποχή του Ομήρου, γίνονταν και φανερές ψηφοφορίες δια βοής κάτι που συνέβαινε και στην αρχαία Σπάρτη, όπου η ψηφοφορία ήταν άλλες φορές μυστική και άλλες φανερή. (Η φανερή, υψώνοντας το χέρι).

Αργότερα επικράτησαν τόσο η φανερή όσο και η μυστική ψηφοφορία. Η φανερή γινόταν με ανάταση του χεριού μετά από ονομαστική πρόσκληση των εκλογέων. Η μυστική γινόταν με σφαιρίδια ή ψηφοδέλτια.

Ο ελληνικός εκλογικός νόμος ορίζει συγκεκριμένα ότι η μυστική ψηφοφορία ισχύει για τις βουλευτικές εκλογές, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις που έχουν να κάνουν με εναντίωση σε προτεινόμενα νομοσχέδια, προτάσεις νομοθετικού περιεχομένου ή τροπολογίες έχει καθιερωθεί η μυστική ψηφοφορία για τους βουλευτές.

Τα ψηφοδέλτια και το σφαιρίδιο

 
 
Τα ψηφοδέλτια χρησιμοποιούνται ευρέως, με την κατάργηση των σφαιριδίων από το 1912 για τις δημοτικές εκλογές και από το 1923 για τις εθνικές εκλογές.

Οι πρώτες εκλογές με σφαιρίδιο στη σύγχρονη Ελλάδα έγιναν το 1865, με νικητή τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο. Ουσιαστικά, σε κάθε εκλογικό τμήμα υπήρχαν τόσες κάλπες όσοι και οι υποψήφιοι, γεγονός που δυσχέραινε τη διαδικασία.

 
 
Η κάλπη ήταν κατασκευασμένη από τσίγκο και χωρισμένη σε δύο μέρη, στα οποία αναγραφόταν εξωτερικά το «ναι» στη δεξιά λευκή πλευρά και το «όχι» στην αριστερή μαύρη πλευρά της.
 
 
Οι ψηφοφόροι έπαιρναν στο χέρι τους από τον σφαιροδότη, αντίστοιχο δικαστικό αντιπρόσωπο του σήμερα, το μολυβένιο σφαιρίδιο, σήκωνε το χέρι του ψηλά για να δουν τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής ότι κρατούσε μόνο ένα και στη συνέχεια πλησίαζε στην κάλπη για να ψηφίσει «ναι» ή «όχι».

Μαύρο…!

 
 
Επιλέγοντας κάποιος το «όχι» ουσιαστικά καταψήφιζε τον υποψήφιο, δίνοντάς του αρνητική ψήφο. Το γεγονός μάλιστα ότι η κάλπη είχε μαύρο χρώμα στην πλευρά του, γέννησε τις περίφημες εκφράσεις «τον μαύρισε» ή «έφαγε μαύρο».

Για να διατηρηθεί μάλιστα η μυστικότητα της ψηφοφορίας και να μην ακούγεται από ποια πλευρά έπεφτε το σφαιρίδιο, η κάλπη ήταν καλυμμένη εσωτερικά με ύφασμα.

Δαγκωτό…

 
 
Χαρακτηριστική ήταν η κίνηση κάποιων φανατικών ψηφοφόρων, οι οποίοι ήθελαν να δείξουν την αφοσίωσή τους στον υποψήφιο της επιλογής τους, καθώς δάγκωναν το σφαιρίδιο, εξ’ ου και το «δαγκωτό».

Ο ψηφοφόρος έπρεπε ουσιαστικά να περάσει από όλες τις κάλπες των υποψηφίων και να υπερψηφίσει ή να καταψηφίσει, ρίχνοντας το σφαιρίδιο στο «ναι» ή το «όχι». Σε διαφορετική περίπτωση του επιβαλλόταν ποινή φυλάκισης και χρηματικό πρόστιμο.

 
Φτάνοντας αισίως στο σήμερα, οι ψηφοφόροι είναι υποχρεωμένοι από το νόμο να προσέλθουν στις κάλπες από τις 07.00 έως και τις 19.00 στο εκλογικό τμήμα, στο οποίο ανήκει ο καθένας. Η εφορευτική επιτροπή αποτελούμενη από δικαστικούς αντιπροσώπους, ελέγχει τα απαραίτητα έγγραφα – ταυτότητα, διαβατήριο, δίπλωμα οδήγησης – και επαληθεύει το όνομα του εκλογέα στον εκλογικό κατάλογο. Στη συνέχεια δίνει τα ψηφοδέλτια όλων των κομμάτων που συμμετέχουν στη διαδικασία στη συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια. Μαζί με αυτά και ένα λευκό ψηφοδέλτιο . Στη συνέχεια ο εκλογέας μπαίνει στο παραβάν για να δηλώσει την προτίμησή του.

Με μία σημαντική διαφορά. Σήμερα πια σε αντίθεση με την αρχαία Αθήνα οι αποφάσεις λαμβάνονται δια αντιπροσώπου και όχι άμεσα από τον ίδιο το λαό.