Τα βιβλία του έχουν πουλήσει πάρα πολλές χιλιάδες αντίτυπα στην Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό. Είναι εμπνευσμένος, δημιουργικός, συγγραφέας, πατέρας και σύντροφος. Έχει χαρακτηριστεί από τον Παύλο Μάτεσι ως ο σημαντικότερος Έλληνας συγγραφέας της γενιάς του. Είναι ο Στέφανος Δανδολος και μίλησε αποκλειστικά στο Manslife.gr!
Συνέντευξη: Γιώργος Κλάδης
Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Πότε νιώσατε ότι η λογοτεχνία και η συγγραφή είναι ο δρόμος της ζωής σας;
Τις πρώτες ιστορίες μου τις έγραψα πιτσιρίκι. Ήμουν επτά ετών και με τη βοήθεια της μητέρας μου σκάρωνα σε μπλοκ ζωγραφικής παραλλαγές γνωστών ιστοριών. Μου άρεσε από τότε να μοιράζω το χρόνο μου ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία. Τα πράγματα όμως σοβάρεψαν όταν έγραφα το πρώτο μου μυθιστόρημα, στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα. Τότε συνειδητοποίησα αυτό που λέτε, ότι η συγγραφή είναι ο δρόμος της ζωής μου.
Ένας συγγραφέας γράφει για το κοινό του, για τον εαυτό του ή και για τα δύο;
Και για τα δύο. Γράφω για να διαβαστώ. Γράφω φυσικά αυτό που με εκφράζει, καταθέτοντας την αισθητική μου και χωρίς να κάνω εκπτώσεις στην ιδιοσυγκρασία μου. Ωστόσο, δεν ξεχνώ ποτέ ότι αποδέκτης είναι ο αναγνώστης.
Είναι μια λύτρωση για τον λογοτέχνη η συγγραφική διαδικασία και πόσο εύκολη ή επίπονη είναι;
Πάντα υπάρχει το στοιχείο της λύτρωσης, γιατί το γράψιμο μοιάζει με ανάσα. Εντούτοις η διαδικασία δεν είναι εύκολη. Μπορείς φυσικά να ξεπετάξεις ένα βιβλίο μέσα σε τρεις μήνες, αλλά εγώ δεν δουλεύω έτσι. Περνάω μεγάλα διαστήματα βυθισμένος σε ένα μυθιστόρημα. Η συγγραφή, όπως έχω ξαναπεί, είναι λιγότερο έμπνευση και περισσότερο μόχθος, κοπιαστική δουλειά.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα του “Όταν θα δεις τη θάλασσα;”
Στόχος μου ήταν να γράψω ένα ερωτικό μυθιστόρημα που να είναι παράλληλα και μια επική κοινωνική τοιχογραφία. Ήθελα να ταξιδέψω σε μια εποχή όπου τα ένστικτα των ανθρώπων ήταν διαφορετικά. Να καταγράψω τον αγώνα μιας γυναίκας που συγκρούεται με τα πρέπει της εποχής και μέσα από αυτόν τον αγώνα να ανακαλύψω τι ήταν ο έρωτας τότε, πόσο μοιραίο ήταν το πάθος που τυφλώνει τη λογική. Παράλληλα ήθελα να μιλήσω για την Ελλάδα των τελών του δεκάτου ενάτου αιώνα.
Πόσο εύκολο ήταν να γράψετε για μια εποχή τόσο μακρινή από εμάς; Γιατί δεν επιλέξατε την σύγχρονη πραγματικότητα, αφού μπορούμε να βρούμε τόσο πολλά κοινά μεταξύ του τότε και του τώρα;
Επειδή η σημερινή εποχή δεν με εκφράζει ιδιαίτερα, δεν με γοητεύει. Και επειδή πίστευα ότι γυρίζοντας στο παρελθόν, μπορώ να πω πολλά και για το σήμερα. Δεν είναι και πολύ δύσκολο να γράψεις για μια άλλη περίοδο εάν εξαντλήσεις όλα τα αποθέματα που σου παρέχει η έρευνα. Επίσης, μου αρέσουν τα έργα εποχής. Και πιστεύω ότι ένα καλό ιστορικό μυθιστόρημα έχει διπλή διάσταση. Πρώτον, ταξιδεύει τον αναγνώστη, ο οποίος έχει ανάγκη να ξεφύγει από την πραγματικότητα που τον περιβάλλει. Και δεύτερον, του προσφέρει καίριες αναγωγές με την σύγχρονη εποχή.
Με ποιον ήρωα του βιβλίου θα ταυτιζόσασταν περισσότερο και γιατί;
Ο αγαπημένος μου ήρωας στο βιβλίο είναι ο Τόμας Έργουιν. Δείχνει ισχυρός και απρόσβλητος, αλλά βαθιά μέσα του είναι τρωτός. Μπορεί να μην φαίνεται εκδηλωτικός, ωστόσο κρύβει πολύ συναίσθημα στην καρδιά του. Και το σημαντικότερο, αντιμετωπίζει όλα τα χτυπήματα με μια βαθιά, δωρική αξιοπρέπεια.
Η υπόθεση θέλει τον συγκεκριμένο ήρωα, τον σύζυγο της Μαργαρίτας, να ενεργεί προς όφελος μιας ξένης δύναμης, της Αγγλίας με σκοπό να προωθήσει δικά της συμφέροντα και επιχειρώντας να ελέγξει τα εγχώρια ελληνικά πράγματα. Βλέπετε κάποια σύνδεση με τη σημερινή εποχή;
Φυσικά και υπάρχει σύνδεση με τη σημερινή εποχή. Όπως είπα και πριν, ήθελα να μιλήσω για την Ελλάδα. Από τη μία, στο μυθιστόρημα, υπάρχει το χτίσιμο της σιδηροδρομικής γραμμής της Πελοποννήσου, που καθρεφτίζει τα μεγάλα οράματα εκείνης της περιόδου. Και από την άλλη, η εξάρτησή μας από τους ξένους δανειστές. Η ερωτική ιστορία είναι ο πυρήνας του βιβλίου, αλλά γύρω από αυτήν δεσπόζουν όλες οι ελληνικές παθογένειες που έχουν αντέξει μέχρι σήμερα.
Τελικά ο άνθρωπος πρέπει να μένει στη σιγουριά και την ασφάλεια μιας ζωής που μπορεί να μην τον γεμίζει, όπως η Μαργαρίτα, ή να επιλέγει το δρόμο που οδηγεί η καρδιά ακόμα και όταν ο κίνδυνος και το άδοξο τέλος είναι βέβαιο αποτέλεσμα;
Δεν υπάρχει πρέπει. Κάθε άνθρωπος κρίνει διαφορετικά. Η έκβαση της μάχης ανάμεσα στο μυαλό και την καρδιά δεν εξαρτάται μόνο από τη θέληση, αλλά και από τα βαθύτερα ένστικτά μας. Είναι μια μάχη ανάμεσα στο φόβο και το θάρρος, και είναι επίσης μια μάχη κόντρα στις συνθήκες και τους εξωγενείς παράγοντες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε.
Ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα του βιβλίου;
Ότι η μόνη αληθινή μας πατρίδα είναι οι άνθρωποι που αγγίζουν τη ψυχή μας.
Ποια νομίζετε ότι είναι η θέση του βιβλίου στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα της κρίσης; Είναι ανάγκη ή πολυτέλεια;
Ανάγκη είναι σίγουρα. Γιατί το βιβλίο, σε πείσμα των καιρών, παραμένει μια από τις ωραιότερες και πιο ψυχαγωγικές συντροφιές. Παρ’ όλα αυτά, εδώ που έχουμε φτάσει, είναι και πολυτέλεια. Υπάρχει τόση συμπίεση στα οικονομικά μας, που ένα βιβλίο ίσως φαντάζει περιττό μερικές φορές.
Διαβάζετε έργα άλλων Ελλήνων συναδέλφων σας; Πώς είναι ο Στέφανος Δάνδολος σαν αναγνώστης;
Ασφαλώς και διαβάζω έργα συναδέλφων μου και είμαι ένας αναγνώστης που ρέπει προς το θαυμασμό. Υπάρχουν σήμερα Έλληνες συγγραφείς που αξίζουν να διαβάζονται σε όλη την Ευρώπη, όχι επειδή έχουν κάτι να πουν για την Ελλάδα της κρίσης αλλά επειδή το έργο τους μπορεί να δείξει ότι αυτή η χώρα κάνει βήματα μπροστά, βήματα δημιουργικά και εμπνευσμένα.
Το νέο βιβλίο του Στέφανου Δάνδολου “Όταν θα δεις τη θάλασσα” κυκλοφορεί σε όλα τα βιβλιοπωλεία από της Εκδόσεις Ψυχογιός, όπως και το προηγούμενο βιβλίο του “Η χορεύτρια του διαβόλου”